Τι είναι το διάστρεμμα;

Με τον όρο διάστρεμμα ορίζεται η υπερβολική διάταση ή ολική ρήξη ενός σύνδεσμου ή του αρθρικού θύλακα. Οι αρθρικοί σύνδεσμοί είναι ισχυρές, ινώδης ταινίες από ιστό που μοιάζουν με σχοινί και με το οποίο συνδέονται δύο ή περισσότερα οστά σε μια άρθρωση. 

Λανθασμένα το διάστρεμμα και η θλάση συγχέονται. Στην πραγματικότητα το διάστρεμμα είναι τελείως διαφορετικό από την θλάση. Με τον όρο θλάση ορίζεται η διάταση ή ρήξη ενός μυός ή του σημείου που ο μυς συναντά τον τένοντα.

Το διάστρεμμα επηρεάζει άμεσα την εμπλεκόμενη άρθρωση. Η σοβαρότητα ενός διαστρέμματος μπορεί να κυμαίνεται από μια ήπια επιμήκυνση ενός συνδέσμου έως την μερική ή την ολική ρήξη του. Το πόσο σοβαρός είναι ο τραυματισμός εξαρτάται τόσο από τον βαθμό του διαστρέμματος όσο και από τον αριθμό των εμπλεκόμενων συνδέσμων.

Διάστρεμμα είναι η υπερβολική διάταση ή ολική ρήξη ενός σύνδεσμου ή του αρθρικού θύλακα.

Ποιές αρθρώσεις κινδυνεόυν ;

Διάστρεμμα μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε άρθρωση του σώματος, αλλά πιο συχνά, οι αρθρώσεις των άκρων έχουν τον υψηλότερο κίνδυνο τραυματισμού μετά από πτώσεις ή κακώσεις. Οι τρεις πιο συνήθης αρθρώσεις είναι ο αστράγαλος, το γόνατο και ο καρπός.

  • Διάστρεμμα αστραγάλου: Το διάστρεμμα του αστραγάλου συμβαίνει συνήθως όταν το πόδι ή ο αστράγαλος γυρίζει προς τα μέσα (στραμπούληγμα). Μπορεί να συμβεί τόσο κατά την βάδιση όσο και κατά την διάρκεια άσκησης και αθλημάτων.
  • Διάστρεμμα γόνατος: Συνήθως προκύπτει μετά από χτύπημα στο γόνατο ή πτώση. Μια ξαφνική στροφή του γόνατος μπορεί να οδηγήσει σε διάστρεμμα.
  • Διάστρεμμα καρπού: Το διάστρεμμα του καρπού συμβαίνει συχνά κατά την πτώση και την προσγείωση σε τεντωμένο χέρι.

Ποιοι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ;

Ένα διάστρεμμα μπορεί να συμβεί σε άτομα κάθε ηλικίας, τόσο σε αθλητές όσο και κατά την διάρκεια τυπικών καθημερινών δραστηριοτήτων. Αυξημένο κίνδυνο διατρέχουν όσοι:

  • Έχουν ιστορικό διαστρέμματος
  • Είναι σε κακή φυσική κατάσταση ή υπέρβαροι.
  • Συμμετέχουν σε πολλές δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα σε ανώμαλες επιφάνειες.
  • Είναι κουρασμένοι — Οι κουρασμένοι μύες είναι πιθανό να έχουν ανωμαλίες σύσπασης και να μην να παρέχουν την απαιτούμενη στήριξη.

Από τι προκαλείτε ένα διάστρεμμα;

Το διάστρεμμα προκαλείται είτε από έναν άμεσο ή έμμεσο τραυματισμό που μετατοπίζει τα οστά μιας άρθρωσης από τη θέση τους προκαλώντας την διάταση ή ρήξη των συνδέσμων της άρθρωσης ή του θυλάκου. Τα πιο συχνά παραδείγματα τραυματισμών που μπορεί να προκαλέσουν διάστρεμμα μπορεί να περιλαμβάνουν τα εξής:

  • Στραμπούληγμα ή γύρισμα του αστραγάλου — είτε ενώ τρέχετε, αλλάζετε κατεύθυνση ή προσγειώνεστε μετά από ένα άλμα.
  • Πτώση ή ολίσθηση σε βρεγμένη επιφάνεια ή ανώμαλο έδαφος.
  • Κάποιο χτύπημα στο σώμα, συμπεριλαμβανομένων των αθλημάτων επαφής που προκαλούν κάποιο άμεσο χτύπημα ή αλλαγή στην ισορροπία και πτώση στο έδαφος.

Ποιά είναι τα συμπτώματα ;

Η συμπτωματολογία μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την σοβαρότητα του τραυματισμού. Μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Πόνο
  • Οίδημα, το οποίο μπορεί να υποδεικνύει υποκείμενη φλεγμονή εντός της άρθρωσης ή των μαλακών μορίων που περιβάλλουν την άρθρωση
  • Μελάνιασμα και μώλωπες στην περιοχή
  • Αστάθεια στην άρθρωση, η οποία είναι ιδιαίτερα αισθητή σε αρθρώσεις που φέρουν βάρος όπως το γόνατο ή ο αστράγαλος
  • Δυσκαμψία ή απώλεια της ικανότητας κίνησης και χρήσης της άρθρωσης

Πόνος, πρήξιμο, μελάνιασμα και δυσκαμψία είναι τα κυριότερα συμπτώματα

Πώς γίνεται η διάγνωση ;

Ένα διάστρεμμα μπορεί να διαγνωστεί με διάφορους τρόπους, οι κύριοι είναι: 

  • Μέσω ενός γιατρού: Ο ιατρός βάση του ιστορικού και της κλινικής εξέτασης θα αναλύσει την φύση του τραυματισμού και την σταθερότητα της άρθρωσης. 
  • Μέσω απεικονιστικών εξετάσεων: Ο απεικονιστικός έλεγχος περιλαμβάνει μια ακτινογραφία για να βεβαιωθεί ότι δεν υπάρχει υποκείμενο κάταγμα. Παρόλο που οι σύνδεσμοι δεν απεικονίζονται στην ακτινογραφία, η διάταση της άρθρωσης μπορεί είναι παθογμονική για τραυματισμό των συνδέσμων ή τουν αρθρικού θυλάκου. Αναλόγως της κλινικής εξέτασης ή της ανταπόκρισης στην αρχική θεραπεία, ενδέχεται να απαιτηθούν συμπληρωματικές εξετάσεις  όπως υπερηχογράφημα ή μαγνητική τομογραφία για την περαιτέρω αξιολόγηση της υποκείμενης βλάβης.

Υπάρχουν διαβαθμίσεις στα διαστρέμματα;
Υπάρχουν διαφορετικοί βαθμοί βαρύτητας στα διαστρέμματα. Τα διαστρέμματα ταξινομούνται σε
• 1ου Βαθμού ή ήπιο διάστρεμμα: Μόνο μια μικρή διάταση των συνδέσμων.
• 2ου Βαθμού ή μέτριο διάστρεμμα: Διάταση και μερική ρήξη του συνδέσμου.
• 3ου Βαθμού ή σοβαρό διάστρεμμα: Πλήρης ρήξη του συνδέσμου.

Διάγνωση και θεραπεία του σύνδρομου σύνθετου περιοχικού πόνου

Το σύνθετο σύνδρομο περιοχικού πόνου χαρακτηρίζεται από υπερβολικό, παρατεταμένο πόνο και φλεγμονή ύστερα από τραυματισμό σε κάποιο άκρο. Μολονότι το σύνδρομου σύνθετου περιοχικού πόνου βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου και στους περισσότερους ανθρώπους παρατηρείται πλήρης ύφεση, τα συμπτώματα που δημιουργεί  μπορούν να διαταράξουν τηv καθημερινή ζωή.

Η διάγνωση του συνδρόμου πραγματοποιείται καθαρά με βάση τα κλινικά σημεία και συμπτώματα. Δεν υπάρχει εξέταση που να δείχνει την ύπαρξη του συνδρόμου αυτού. Η αποτελεσματική διαχείριση και θεραπεία είναι δύσκολη και μόνο ένα μικρός αριθμός από μελέτες υπάρχουν στην βιβλιογραφία που να δείχνουν ικανοποιητικά αποτελέσματα κάποιας θεραπείας.

Πως γίνεται η διάγνωση του σύνδρομου σύνθετου περιοχικού πόνου;

Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη εξέταση η οποία να μπορεί να επιβεβαιώσει το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου και να προσδιορίσει το τραυματισμένο νεύρο.

Η διάγνωση καθορίζεται από τον ιατρό και περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία:

• Λεπτομερή εξέταση από ορθοπαιδικό, χειρουργό ή νευρολόγο.

• Ηλεκτρονευρογράφημα / Μελέτη αγωγιμότητας νεύρων, με σκοπό την ανίχνευση του τραυματισμένου νεύρου.

• Απεικόνιση νεύρων με υπερήχους ή μαγνητική τομογραφία (MRI)

• Σπινθηρογράφημα οστών τριών φάσεων το όποιο μπορεί να δείξει μεταβολές των οστών που συνδέονται ή συνδράμουν στην εμφάνιση του συνδρόμου σύνθετου περιοχικού πόνου. Αυτό θα μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση και στον εντοπισμό της υποκείμενης βλάβης.

Δεδομένου ότι το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου γενικά βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου, η διάγνωση είναι ευκολότερη στην αρχική φάση της διαταραχής και θα πρέπει να πραγματοποιείται όσο το δυνατόν πιο γρήγορα.

Πως αντιμετωπίζεται το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου;

Στις περισσότερες περιπτώσεις το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου ανακάμπτει τελείως. Οι κύριες θεραπείες οι οποίες χρησιμοποιούνται ευρέως είναι οι ακόλουθες:

 

Φυσιοθεραπεία. Πρόκειται για το πιο σημαντικό στοιχείο στην αποθεραπεία του σύνδρομου του σύνθετου περιοχικού πόνου. Η συνεχής κίνηση των επώδυνων άκρων βελτιώνει τη ροή του αίματος και μειώνει τα συμπτώματα που σχετίζονται με την κυκλοφορία του αίματος. Βοηθάει στην διατήρηση της μυϊκής ισχύος και της λειτουργικότητας των εμπλεκόμενων αρθρώσεων. Η εντατική αποκατάσταση μπορεί να αντιστρέφει τις δευτερογενείς αλλαγές στον νωτιαίο μυελού και τον εγκεφάλο, οι οποίες συνδέονται με τον χρόνιο πόνο.

Φαντασίωση Διαβαθμισμένης Κίνησης (Graded Motor Imagery) και της τεχνικής του καθρεπτισμού (Mirror Visual Feedback). Οι ασθενείς μαθαίνουν διανοητικές ασκήσεις, μεταξύ των οποίων το πως να εντοπίζουν επώδυνα μέρη του σώματος στο δεξί και το αριστερό μέρος του σώματος ενώ κοιτάζουν έναν καθρέφτη, και το πως να οραματίζονται ότι κινούν αυτά τα επώδυνα μέρη του σώματος χωρίς να τα κινούν στην πραγματικότητα.

 

Ψυχοθεραπεία.  Ψυχολογικά προβλήματα, όπως κατάθλιψη, άγχος και μερικές φορές μετατραυματική αγχώδη διαταραχή είναι συνήθη και επιβραδύνουν την ανάκαμψη.

 

Φαρμακευτικές αγωγές. Υπάρχους αρκετές κατηγορίες φαρμακευτικών αγωγών οι οποίες έχουν αναφερθεί ως αποτελεσματικές για το CRPS, ιδίως όταν χορηγούνται στα αρχικά στάδια της ασθένειας. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται συχνά για την αντιμετώπιση του CRPS είναι τα εξής:

 

  • Η ακεταμινοφαίνη (παρακεταμόλη), τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ), η νορτριπτυλίνη, η γκαμπαπεντίνη, η πρεγκαμπαλίνη, και η ντουλοξετίνη.
  • Τοπικές αναισθητικές αλοιφές, σπρέι ή κρέμες όπως η λιδοκαΐνη και επιθέματα όπως η φαιντανύλη.
  • Τα δισφωσφονικά.
  • Τα κορτικοστεροειδή για την αντιμετώπιση της φλεγμονής/του πρηξίματος και του οιδήματος.
  • Οι ενέσεις βοτουλινικής τοξίνης.
  • Μπορεί να χρειαστούν και οπιοειδή όπως η οξυκωδόνη, η μορφίνη, η υδροκωδόνη, και η φαιντανύλη, τα οποία όπως ενδέχεται να οδηγήσουν σε αυξημένη ευαισθησία στο πόνο όπως και υπάρχει κίνδυνος εξάρτησης.

 

Διέγερση νωτιαίου μυελού. Τα διεγερτικά ηλεκτρόδια τοποθετούνται διαμέσω μιας βελόνας στην σπονδυλική στήλη και δρουν παρεμποδίζοντας τις αισθήσεις του πόνου και εξομαλύνοντας την σηματοδότηση στο νωτιαίο μυελό και στον εγκέφαλο.

 

Αντλίες φαρμάκων εγκεφαλονωτιαίου υγρού. Αυτές οι εμφυτευμένες συσκευές απελευθερώνουν τις αναλγητικά φάρμακα  απευθείας στο υγρό που διαβρέχει τις νευρικές ρίζες και τον νωτιαίο μυελό.

 

Θεραπευτικές αγωγές οι οποίες χρησιμοποιούνται σπανίως ή χρησιμοποιούνταν παλαιότερα είναι οι ακόλουθες:

 

Αναισθησία συμπαθητικών νεύρων. Ο άμεσος αποκλεισμός της δραστηριότητας των συμπαθητικών νεύρων δεν παρουσιάζει κάποιο μακροπρόθεσμο όφελος αφού διαρκεί όσο η δράση του αναισθητικού. 

 

Χειρουργική συμπαθεκτομή. Πρόκειται για αμφιλεγόμενη επέμβαση καθώς μπορεί να επιδεινώσει τα συμπτώματα.

 

Τομή τραυματισμένων νεύρων ή νευρικών ριζών. Δεν θα πρέπει να πραγματοποιείται εκτός από εξαιρετικές περιστάσεις όπως για παράδειγμα σε παρηγορητική φροντίδα

Το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου, μέρος 1ο

Το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου (Complex Regional Pain Syndrome, CRPS) ή αλγοδυστροφία όπως ονομαζόταν παλιότερα, είναι μια πάθηση που χαρακτηρίζεται από χρόνιο πόνο και εμφανίζεται μετά από τραυματισμό του άνω ή κάτω άκρου. Ο ακριβής μηχανισμός δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρος αλλά θεωρείται ότι προκύπτει μετά από i. φλεγμονή, ii. βλάβη του συμπαθητικού συστήματος, iii. βλάβη των τοπικών αγγείων ή νεύρων, iv. διαταραχή του ανοσολογικού συστήματος, ή v. συνδυασμό των παραπάνω μηχανισμών. Διακρίνονται 2 τύποι, ο τύπος Ι όπου δεν μπορεί να τεκμηριωθεί τραυματισμός σε κάποιο νεύρο, και ο τύπος ΙΙ όπου υπάρχει δεδομένος τραυματισμός νεύρου.

Το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου εμφανίζεται σε οξεία μορφή σε περίπου το 7% των ασθενών με ιστορικό τραυματισμού κάποιου άκρου. Παραδείγματα τρυαματισμών είναι τα κατάγματα, οι κακώσεις των μαλακών ιστών ή μια χειρουργική επέμβαση. Στις περισότερες περιπτώσεις τα συμπτώματα εξαφανίζονται εντός του πρώτου έτους και μόνο ένας μικρός αριθμός περιστατικών εξελίσσεται στην χρόνια μορφή της πάθησης. Κατά τη διάρκεια της πάθησης συχνά εμφανίζεται μια αλλαγή από το «θερμό» σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου, όπου κυριαρχούν τα φλεγμονώδη χαρακτηριστικά, στο «ψυχρό» σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου, στο οποίο κυριαρχούν τα συμπτώματα που σχετίζονται με το αυτόνομο νευρικό σύστημα.

Εμφανίζεται συχνότερα σε γυναίκες, ωστόσο μπορεί να εμφανιστεί σε ανθρώπους οποιασδήποτε ηλικίας. Είναι σπανίο να εμφανιστεί σε άτομα προχωρημένης ηλικίας, τα οποία παρουσιάζουν μικρότερη φλεγμονή μετά από τραυματισμούς. Σπάνια είναι και η εμφάνιση του συνδρόμου αυτού σε μικρά παιδιά, καθώς παρουσιάζουν ταχύτατη και ολοκληρωτική επούλωση.

Ο βαθμός και η εντάση των συμπτωμάτων του συνδρόμου ποικίλουν από ασθενή σε ασθενή. Η διάρκεια της ανάκαμψης στα ήπιου βαθμού περιστατικά κυμαίνεται από λίγους μήνες εώς και λίγα έτη, ενώ μπορεί επίσης να οδηγήσει και σε μακροχρόνια αναπηρία.

Kατάγματα, κακώσεις των μαλακών ιστών ή κάποια χειρουργική επέμβαση είναι τα πιο συνήθη αίτια

Ποια είναι τα συνήθη συμπτώματα του συνδρόμου σύνθετου περιοχικού πόνου;

Ασθενείς με σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου μπόρει να εκδηλώσουν ένα μεγάλο φάσμα συμπτωμάτων. O αριθμός και η ένταση των συμπτωμάτων αυτών συνήθως μειώνεται με την πάροδο του χρόνου και την ανάρρωση. Αυτά περιλαμβάνουν:
• Αυτόματο ή αυθόρμητο πόνο που μπορεί να είναι σταθερής έντασης ή να αυξομειώνεται μετά από δραστηριότητα. Κάποιοι ασθενείς περιγράφουν τον πόνο ως αίσθημα καύσου ή μυρμηγκιάσματος, ή σαν κάποιος να ασκεί πίεση στην πληγείσα περιοχή.
• Υπερβολικό ή παρατεταμένο πόνο, δυσανάλογος με το ερέθισμα μετά από χρήση ή επαφή. Συχνά εμφανίζεται αυξημένη ευαισθησία στην πληγείσα περιοχή, γνωστή ως αλλοδυνία, κατά την οποία ο ασθενής αντιλαμβάνεται το ελαφρύ άγγιγμα, τη φυσιολογική σωματική επαφή και τη χρήση του άκρου ως εξαιρετικά οδυνηρά ερεθίσματα. Σε ορισμένους ασθενείς παρατηρείται έντονος ή παρατεταμένος πόνος μετά από ένα ήπια επώδυνο ερέθισμα, όπως το τσίμπημα καρφίτσας, το οποίο είναι γνωστό ως υπεραλγησία.
• Αλλαγή στην θερμοκρασία ή το χρώμα του δέρματος ή οίδημα του προσβεβλημένου άκρου. Ο ασθενής μπορεί να νοιώθει το τραυματισμένο χέρι ή πόδι ως θερμότερο ή ψυχρότερο από το αντίστοιχο αντίθετο άκρο. Η επιδερμίδα μπορεί να αλλάξει χρώμα, να αποχρωματιστεί ή να αποκτήσει κυανή, μωβ, γκρι, λευκή ή ερυθρή απόχρωση.
• Αλλαγές στην υφή του δέρματος. Με την πάροδο του χρόνου, η ανεπαρκής προμήθεια οξυγόνου και θρεπτικών συστατικών μπορεί να οδηγήσουν στην αλλοίωση της υφής του δέρματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το δέρμα αποκτά γυαλιστερή και λεπτή όψη, με απώλεια τριχών, ενώ σε άλλα γίνεται παχύτερο και ξηρό.
• Μη φυσιολογική εφίδρωση, τριχοφυΐα και ανάπτυξη νυχιών. Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται αυξημένη τριχοφυΐα και ταχύτατη ανάπτυξη νυχιών στο προσβεβλημένο άκρο ή σε αντίθετη περίπτωση παρατηρείται πλήρης απουσία της ανάπτυξής τους. Ακόμη, ορισμένοι ασθενείς μπορεί να παρατηρήσουν υπερβολική εφίδρωση ή απουσία εφίδρωσης σε κάποια τμήματα του δέρματος.
• Δυσκαμψία στις πληγείσες αρθρώσεις. Πρόκειται για ένα συχνό πρόβλημα κατά το οποίο η μειωμένη κίνηση οδηγεί σε μειωμένη ελαστικότητα στους τένοντες και στους συνδέσμους.
• Απώλεια ή υπερβολική αύξηση οστικής μάζας.
• Εξασθένιση μυικής ισχύος και έκτασης των μυών.

Έντονος επίμονος πόνος χωρίς κάποιο ερέθισμα συναντάται στο μεγαλύτερο μέρος των ασθενών

Τι προκαλεί το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου;

Δεν είναι καθόλου σαφές πως δημιουργείται το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου και γιατί μερικοί ασθενείς το εμφανίζουν ενώ άλλοι με παρόμοιο τραυματισμό όχι. Το σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου φαίνεται να προκαλείται συχνότερα από ερεθισμό ή δυσλειτουργία των περιφερικών αισθητήριων νευρώνων. Κάποιες μελέτες υποστηρίζουν ότι σε περισσότερο από το 90% των περιστατικών, το σύνδρομο προκαλείται από νευρική βλάβη ή τραυματισμό στο προσβεβλημένο άκρο το οποίο προκαλεί την καταστροφή των λεπτότερων αισθητήριων και αυτόνομων νευρικών ινών.
Οι πιο συνήθης τραυματισμοί που οδηγούν στο σύνδρομο του σύνθετου περιοχικού πόνου είναι οι ακόλουθες:
• Κατάγματα. Πρόκειται για το πιο κοινό αίτιο, ειδικότερα τα κατάγματα του καρπού και του ποδιού. Τα μικρά νεύρα μπορούν να τραυματιστούν από παρεκτοπισμένο ή θρυμματισμένο οστό ή από την πίεση που ασκεί ο νάρθηκας. Οι ιδιαίτερα σφιχτοί ή επώδυνοι νάρθηκες θα πρέπει να αφαιρούνται και να αντικαθιστώνται άμεσα για την πρόληψη αυτής της επιπλοκής.
• Χειρουργική επέμβαση. Το τραύμα και η χειρουργική επέμβαση μπορούν να οδηγήσουν στο σύνδρομο σύνθετου περιοχικού πόνου. Πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι το σύνδρομο μπορεί να προκύψει χωρίς κάποιον αναγνωρίσιμο παράγοντα και δεν επηρεάζεται από την χειρουργική τεχνική ή τον ίδιο τον χειρουργό. Με άλλα λόγια ο χειρουργός δεν μπορεί να το αποτρέψει.
• Διαστρέμματα/θλάσεις. Από ρήξεις συνδετικών ιστών ή τον τραυματισμό που τις προκάλεσε.
• Ελαφρύτεροι τραυματισμοί όπως αμιχές και καψίματα. Πρόκειται για εμφανή σημεία τραυματισμών στα οποία ενδεχομένως να υπάρχει βλάβη των υποκείμενων νεύρων.
• Ακινητοποίηση άκρου (με χρήση νάρθηκα). Οι νάρθηκες υποχρεώνουν το άκρο σε παρατεταμένη αχρησία και παροδικά μειώνουν τα αισθητικά ερεθίσματα του μέλους.
• Πολύ σπανίως η διάτρηση του δέρματος, για παράδειγμα από αμιχή ή τρύπημα από βελόνα, μπορεί τραυματίσει κάποιο επιφανειακό αισθητήριο νεύρο. Σοβαρότεροι τραυματισμοί με διάτρηση νεύρων θα πρέπει να αντιμετωπίζονται άμεσα με χειρουργική επέμβαση, προκειμένου να επιτραπεί στις κομμένες νευρικές ίνες να ανακάμψουν και να επουλωθούν.
• Αυθόρμητη εκδήλωση χωρίς ιστορικό τραύματος ή βλάβης. Λιγότερο από το 10% των ατόμων με CRPS δεν αναφέρουν αιτιώδη συνάφεια τραύματος.
• Πτωχή κυκλοφορία αίματος, η οποία μπορεί να δυσχεράνει την επούλωση μαλακών ιστών μετά από τραυματισμό. Η βλάβη στις μικρές ίνες που ελέγχουν την ροή του αίματος φαίνεται να είναι υπεύθυνη για πολλά από τα συμπτώματα του CRPS.